- ὀξύνιτρον
- ὀξῠ-νιτρον, τό,A mixture of vinegar and soda, Paul.Aeg.5.4.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
οξύνιτρον — ὀξύνιτρον, τὸ (Μ) μίγμα από ξίδι και νίτρο, δηλ. σόδα … Dictionary of Greek
ὀξυνίτρου — ὀξύνιτρον mixture of vinegar and soda neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀξυνίτρῳ — ὀξύνιτρον mixture of vinegar and soda neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
νίτρο — Κοινή ονομασία του νιτρικού οξέος. Βλ. λ. νιτρικό οξύ. * * * το (ΑΜ νίτρον) νεοελλ. (ορυκτ.) γενική ονομασία τριών φυσικών νιτρικών ορυκτών, δηλαδή τού κανονικού νίτρου ή νιτρικού καλίου, τού νίτρου τής Χιλής ή κυβικού νατρίου ή νιτρικού νατρίου… … Dictionary of Greek